«Κατά τις πρόσφατες, προκλητικές έως επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας υπήρχε χλιαρή έως ουδέτερη αντίδραση από τις ΗΠΑ, την Ε.Ε., τη Γαλλία. Δεν είχαμε, δηλαδή, την υποστήριξη που θα ανέμενε κάθε Ελληνας από φίλη χώρα»
Ο επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ Γεώργιος Καμπάς μιλάει στην «Εφ.Συν.» με αφορμή την αποκάλυψη της αποστολής νέου πολεμικού υλικού στην Ουκρανία, μια είδηση που την έκρυψε επιμελώς η κυβέρνηση κι έγινε γνωστή από τον υπουργό Αμυνας των ΗΠΑ.
Σχολιάζει επίσης την εμπλοκή της χώρας μας, εμφανίζεται αντίθετος με τη λογική του «καλού» και «συνεπούς» συμμάχου καθώς δεν έχει φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και υποστηρίζει πως η χώρα θα έπρεπε να έχει βοηθήσει την Ουκρανία με διαφορετικό τρόπο. Τέλος, η κουβέντα φτάνει στα εξοπλιστικά προγράμματα που διαχειρίζεται η Ελλάδα αυτή την περίοδο και τα ανταποδοτικά οφέλη τους.
• Μάθαμε μέσω ΗΠΑ πως η χώρα μας έδωσε επιπλέον πολεμικό υλικό στην Ουκρανία, «από τα αποθέματα», όπως παραδέχτηκε ο κ. Παναγιωτόπουλος. Θα ήθελα ένα πρώτο σχόλιο πάνω σ’ αυτό και ειδικά στο κομμάτι «αποθέματα» και τι σηματοδοτεί αυτή η κίνησή μας για το μέλλον και την εμπλοκή μας στην Ουκρανία;
Σύμφωνα με τον νόμο προβλέπεται για γεωπολιτικούς λόγους να μπορούμε να δίνουμε υλικό για το οποίο αποφασίζει η στρατιωτική ηγεσία, ακολούθως εγκρίνει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου, στη συνέχεια γνωμοδοτεί με ψηφοφορία η αρμόδια επιτροπή της Βουλής και στο τέλος εγκρίνεται από το ΚΥΣΕΑ. Τι υλικό δίναμε ώς σήμερα; Δίναμε υλικό επιχειρησιακά μη αναγκαίο. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες υλικών: τo εύχρηστο και επιχειρησιακά αναγκαίο υλικό, το εύχρηστο επιχειρησιακά μη αναγκαίο υλικό και το άχρηστο υλικό.
• Οταν λέμε άχρηστο, τι ακριβώς εννοούμε;
Είναι π.χ. χαλασμένα οχήματα που δεν μπορούν να επισκευαστούν ή ληγμένα πυρομαχικά. Εχουμε επίσης πολλούς τόνους ληγμένων πυρομαχικών που είναι άχρηστα και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Αυτά πρέπει να καταστραφούν ή να πουληθούν. Παλιά άρματα μάχης ή πυροβόλα που δεν δουλεύουν πλέον. Τα εύχρηστα μη επιχειρησιακά αναγκαία υλικά είναι εκείνα που δεν χρησιμοποιούμε πλέον επειδή άλλαξαν στα χρόνια οι προδιαγραφές και οι ανάγκες μας. Π.χ., έχουμε βλήματα 105 χιλιοστών τα οποία δεν χρησιμοποιούμε γιατί δεν έχουμε τέτοια πυροβόλα λόγω απόσυρσης καθόσον άλλαξαν τα επιχειρησιακά δεδομένα μας.
Σε κάθε περίπτωση –κι επιμένω σ’ αυτό–, αν συμβεί κάτι με την Τουρκία, θα είμαστε μόνοι μας
Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι αυτά που δώσαμε στην Ουκρανία είναι εύχρηστα και επιχειρησιακά αναγκαία. Εδώ λοιπόν θα έπρεπε να είχε βγει η στρατιωτική ηγεσία να εγκρίνει αυτή τη διάθεση υλικού και πυρομαχικών, να πάει το θέμα στο Συμβούλιο Αμυνας του υπουργείου (ΣΑΜ) και αυτό να εισηγηθεί σχετικά στην Επιτροπή Αμυνας και Εξωτερικών της Βουλής και στο τέλος να πάει το θέμα στο ΚΥΣΕΑ και να αποφασίσει αν τελικά θα τα δώσουμε ή όχι. Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται πως δεν έχει γίνει τίποτε απ’ όλα αυτά. Αυτά τα προβλέπει η νομοθεσία και όχι κάποια πάγια διαταγή των Ενόπλων Δυνάμεων. Εκτιμώ ότι γενικά οι κυβερνώντες οφείλουν να ενημερώνουν σχετικά τον ελληνικό λαό, όχι απαραίτητα με όλες τις λεπτομέρειες, καθώς πρόκειται για θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, αλλά τουλάχιστον περιληπτικά για την άρση κάθε αμφιβολίας. Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα δεν είναι σωστό να το μαθαίνουμε από υπουργό άλλης χώρας.
• Η διαδικασία που περιγράψατε δεν ακολουθήθηκε ούτε την προηγούμενη φορά που στείλαμε υλικό στην Ουκρανία. Κι εδώ υπάρχουν, πέραν των πολιτικών, ευθύνες και στις Ενοπλες Δυνάμεις για το πώς διαχειριζόμαστε αυτή την κατάσταση.
Ο υπουργός μίλησε για αποθέματα. Τα αποθέματα προφανώς αφορούν πυρομαχικά. Τα πυροβόλα και όλο το υπόλοιπο υλικό που έχουμε χρησιμοποιούνται, δεν έχουμε αποθέματα απ’ αυτά. Εκτός κι αν υπονοούν μέσα που έχουν αποσυρθεί από τον ελληνικό στρατό: έχουμε, π.χ., μεγάλο αριθμό ρυμουλκούμενων πυροβόλων που έχουν αντικατασταθεί από αυτοκινούμενα. Αν όμως μιλάμε για αναγκαία πυρομαχικά, αναφερόμαστε σε οπλικά συστήματα που είναι εν ενεργεία. Σε κάθε οπλικό σύστημα αντιστοιχεί ένας αριθμός πυρομαχικών από το απόθεμα για χρήση απ’ αυτό που επιμερίζεται σε «ημέρες αγώνα».
Εχουμε καθορίσει, δηλαδή, ότι ένα σύστημα χρειάζεται χ αριθμό πυρομαχικών καθημερινά για να λειτουργήσει επιχειρησιακά και με βάση αυτό το στοιχείο υπάρχει ένας καταμερισμός. Αν λοιπόν πάω εγώ και δώσω από το απόθεμα, αυτόματα μειώνω τις μέρες αγώνα. Στην ουσία, δηλαδή, μειώνουμε την επιχειρησιακή δυνατότητα των Ενόπλων Δυνάμεων κι αυτό εμένα με προβληματίζει.
• Πώς σχολιάζετε λοιπόν την περαιτέρω εμπλοκή μας;
Η χώρα μας, κακώς κατά την άποψή μου, μπήκε πολύ νωρίς σ’ αυτή την ιστορία. Οταν οι περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ δεν είχαν συμμετάσχει καθόλου, εμείς σπεύσαμε να δώσουμε πολεμικό υλικό. Ρίξαμε λάδι στη φωτιά και καταστήσαμε τη χώρα μας αντίπαλο. Ξέρετε, ποτέ με τη Ρωσία δεν είχαμε τις τέλειες σχέσεις, αλλά και ποτέ δεν είχαμε άσχημες σχέσεις. Κατά βάση, παίζαμε τον ρόλο του γεφυροποιού με τη Δύση. Οι Ρώσοι γνώριζαν ότι ανήκουμε στο ΝΑΤΟ, στην Ε.Ε. κ.λπ., αλλά πάντα μπορούσαμε να συζητήσουμε μαζί τους, εξ ου και είχαμε πάρει οπλικά συστήματα από εκεί.
Όταν ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, διαπραγματευόταν με τις ΗΠΑ σε ετήσια βάση, πράγμα απόλυτα λογικό καθώς βλέπετε πόσο εύκολα μπορεί να αλλάξουν οι γεωπολιτικές συνθήκες
Επειδή λόγω της θέσης μου στο παρελθόν είχα συνεργαστεί με Ρώσους σε θέματα αμυντικής συνεργασίας, σας διαβεβαιώ πως δεν μας θεωρούσαν ρωσόφιλους, ωστόσο μας αποδέχονταν ως ειλικρινείς συνομιλητές τους. Αυτό αποτελούσε πάγια πολιτική πολλών κυβερνήσεων της χώρας μας. Θεωρώ, λοιπόν, πως κακώς δώσαμε ό,τι δώσαμε. Αντιθέτως, θα μπορούσαμε να προσφέρουμε στην Ουκρανία υγειονομικό και αμυντικό υλικό, ανθρωπιστική βοήθεια, θα μπορούσαμε να εγκαταστήσουμε εκεί το νοσοκομείο εκστρατείας του στρατού. Να βοηθήσουμε δηλαδή με διαφορετικό τρόπο.
• Ο αντίλογος σε όλα αυτά είναι ότι είμαστε υποχρεωμένοι να βοηθήσουμε λόγω της παρουσίας μας στο ΝΑΤΟ αλλά και του ανταγωνισμού με την Τουρκία, η οποία έχει αναβαθμίσει τον ρόλο της στην περιοχή μέσω του πολέμου…
Η διάθεση οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία δεν είναι υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Και δεν θα έπρεπε να είναι. Η ντιρεκτίβα που υπάρχει είναι ότι εμείς, με βάση το άρθρο 5 της ΝΑΤΟϊκής συμφωνίας πρέπει να στηρίξουμε και να βοηθήσουμε τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, εφόσον αυτό ζητηθεί και αποφασιστεί από την Ελλάδα μια τέτοια βοήθεια. Υπενθυμίζω ότι η Ουκρανία δεν ανήκει στο ΝΑΤΟ.
• Αρα, για ποιο λόγο έχει δείξει τέτοια προθυμία η κυβέρνηση;
Θεωρώ ότι επικρατεί η λογική και η πολιτική ότι πρέπει να είμαστε καλοί και συνεπείς σύμμαχοι. Θεωρούν ότι το να είσαι συνεπής και δεδομένος είναι μια λογική που κερδίζει…
• Η Τουρκία πάντως, που είναι επίσης μέλος του ΝΑΤΟ, δεν εμφανίζεται καθόλου δεδομένη…
Αυτό ακριβώς. Με την Τουρκία ισχύει το ανάποδο. Βλέπουμε, με λίγα λόγια, εκ του αποτελέσματος, ότι αυτή η λογική του «καλού παιδιού», του «καλού συμμάχου» δεν έχει τα αποτελέσματα τα οποία πιθανώς θα επιθυμούσαμε.
• Αλλο ένα κυβερνητικό επιχείρημα ως προς την πολιτική που ακολουθούμε λέει πως ό,τι κάνουμε έχει να κάνει με το γεγονός πως αν χρειαστούμε εμείς βοήθεια στο μέλλον, θα έχουμε τη δυνατότητα να τη λάβουμε από τους συμμάχους.
Δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Αν συμβεί κάτι στον χώρο μας, πολύ φοβάμαι ότι θα είμαστε μόνοι μας. Μην μπερδεύουμε τα πράγματα. Δεν είναι το ίδιο πράγμα ο πόλεμος Ουκρανίας – Ρωσίας μ’ έναν ενδεχόμενο πόλεμο δύο ΝΑΤΟϊκών συμμάχων, Ελλάδας και Τουρκίας. Εκείνο που θα προσπαθήσουν να κάνουν, όπως συνέβη και στα Ιμια, θα είναι να επιχειρήσουν να κατευνάσουν τα πάθη. Δεν νομίζω όμως ότι θα εμπλακούν περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση –κι επιμένω σ’ αυτό–, αν συμβεί κάτι με την Τουρκία, θα είμαστε μόνοι μας.
• Εχετε εργαστεί στο παρελθόν στο πλαίσιο των συμφωνιών που υπογράφαμε με τις ΗΠΑ. Γιατί αντέδρασε ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στην τελευταία συμφωνία, μιας και ο ίδιος ως κυβέρνηση προωθούσε τέτοιες συνεργασίες;
Επειδή υπάρχουν δύο βασικές διαφορές. Η τωρινή συμφωνία έχει πενταετή διάρκεια με πρόβλεψη ανανέωσης για άλλα πέντε χρόνια. Οταν ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, διαπραγματευόταν σε ετήσια βάση, πράγμα απόλυτα λογικό καθώς βλέπετε πόσο εύκολα μπορεί να αλλάξουν οι γεωπολιτικές συνθήκες. Το είδαμε να συμβαίνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τι ακριβώς μπορούμε να επαναδιαπραγματευτούμε τώρα, όταν έχουμε 5ετή συμφωνία αλλά έχουν αλλάξει τόσα στον περίγυρό μας;
Η άλλη διαφορά είχε να κάνει με την ανταποδοτικότητα πάνω στη συμφωνία. Ποια είναι τα ανταποδοτικά οφέλη που λαμβάνεις ως χώρα απ’ αυτήν. Αυτή η ανταποδοτικότητα και η διάθεση πραγματικών εγγυήσεων δεν φαίνεται να υπάρχει τώρα, τουλάχιστον δεν το είδαμε κατά τις πρόσφατες, προκλητικές έως επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας, όπου υπήρχε χλιαρή έως ουδέτερη αντίδραση από τις ΗΠΑ, την Ε.Ε. τη Γαλλία. Δεν είχαμε, δηλαδή, την υποστήριξη που θα ανέμενε κάθε Ελληνας από φίλη χώρα.
• Κι όμως η κυβέρνηση λέει πως θα αναγεννηθεί η ελληνική αμυντική βιομηχανία μέσω της συμπαραγωγής των F-35 που την πήρε από την Τουρκία.
Αυτό δεν είναι ανταποδοτικότητα της συμφωνίας, αλλά τα οφέλη ενός εξοπλιστικού προγράμματος. Μην τα μπερδεύουμε και όταν γίνεται αυτό θεωρώ πως συμβαίνει με προβολή σε συγκεκριμένα συμφέροντα. Θα πάρουμε F-35 που θα κοστίσουν κάποια δισ. ευρώ και πιθανώς χωρίς σοβαρά αντισταθμιστικά. Το ίδιο ήδη έγινε με τις συμβάσεις για τις φρεγάτες Μπελαρά και τα Ραφάλ, όπου δεν είδαμε να συμπεριλαμβάνονται στη συμφωνία υποκατασκευαστικά έργα ή δυνατότητες συντήρησης από ελληνικές εταιρείες.
Άρα, τα περίπου 7 δισ. ευρώ που διατέθηκαν θα φύγουν στο εξωτερικό, χωρίς την πιθανότητα κάποιο από το ποσό να επιστρέψει ως υπηρεσία ή έργο. Μπορείτε να δείτε τι κάνουν οι άλλες χώρες αντίστοιχα, για να αντιληφθούμε το λάθος μας. Μένει να δούμε τι θα γίνει με τα F-35.