Αμετάβλητη στο “ΒΒ” η αξιολόγηση της Ελλάδας, σταθερό και το…

0
61

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 9/7, 00.59

Αμετάβλητη στη βαθμίδα “ΒΒ” διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας ο αμερικανικός οίκος αξιoλόγησης Fitch, κρατώντας παράλληλα το outlook σε “θετικό”, σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιοποίησε αργά το βράδυ της Παρασκευής.

Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, η μακροοικονομική εικόνα της χώρας έχει επιδεινωθεί εξαιτίας των συνεπειών της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η εκτίναξη του πληθωρισμού και η αύξηση του κόστους ενέργειας έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην καταναλωτική δύναμη, ενώ η Ελλάδα εξαρτάται κατά 40% από τις εισαγωγές ρωσικού αερίου. Επιπλέον, το κόστος δανεισμού της χώρας έχει αυξηθεί.

Ωστόσο, οι προοπτικές ανάπτυξης διατηρούνται, ενώ το χρέος αναμένεται να μειωθεί το προσεχές διάστημα, παρά την αύξηση του κόστους δανεισμού. 

Οι κύριοι παράγοντες αξιολόγησης:

Θετικό outlook: Η Ελλάδα έχει υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα που ξεπερνά κατά πολύ τον μέσο όρο των χωρών που αξιολογούνται με “ΒΒ” και “BBB”. Οι δείκτες διακυβέρνησης και ανθρώπινης ανάπτυξης είναι από τους υψηλότερους των κρατών που βρίσκονται στην ίδια βαθμίδα. Αυτά τα πλεονεκτήματα έρχονται σε αντίθεση με τα ακόμη πολύ υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και τα πολύ μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, σημειώνει ο οίκος. To θετικό outlook αντανακλά τη συνεχή αναμενόμενη μείωση του χρέους του δημόσιου τομέα, στο πλαίσιο του ακόμη χαμηλού κόστους δανεισμού, παρά την μεγάλη αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων φέτος. Οι ελληνικές τράπεζες, τονίζεται στην έκθεση, έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους, μειώνοντας σημαντικά το επίπεδο των μη NPLs στον τραπεζικό κλάδο.

Όπως αναφέρεται στην αξιολόγηση, ορισμένοι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεμονωμένη ή συνολική αρνητική κίνηση ή υποβάθμιση θα ήταν η αδυναμία να μειωθεί ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο. Άλλος λόγος θα ήταν ένα ενδεχόμενο νέο δυσμενές σοκ στην ελληνική οικονομία που θα επηρέαζε την οικονομική ανάπτυξη ή την μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη της Ελλάδας.

Υψηλό δημόσιο χρέος και ελαφρυντικά: Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο 193,3% έως το τέλος του 2021 και προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω στο 171,6% έως το 2024, λόγω της βελτίωσης των πρωτογενών ισοζυγίων και της ευνοϊκής δυναμικής της ανάπτυξης και τους κόστους των τόκων. Παρά τη μείωση αυτή, ο δείκτης χρέους το 2024 εξακολουθεί να προβλέπεται ότι θα είναι μεταξύ των υψηλότερων των κρατών που αξιολογούνται από την Fitch και πάνω από το τριπλάσιο του μέσου όρου των χωρών στην βαθμίδα “BB”. Παράλληλα, υπάρχουν ελαφρυντικοί παράγοντες που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Το απόθεμα ρευστού διαθέσιμου της Ελλάδας είναι σημαντικό (προβλέπεται να ανέλθει στο 14,5% του ΑΕΠ στο τέλος της χρονιάς). Ο ευνοϊκός χαρακτήρας της πλειονότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους σημαίνει ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους είναι χαμηλό και τα χρονοδιαγράμματα εξόφλησης διαχειρίσιμα.

Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν σημαντικά φέτος, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να σκαρφαλώνει από περίπου 1,3% -στο τέλος του 2021- σε μέσο όρο περίπου 4% τον Ιούνιο του 2022. Ωστόσο, ο λόγος τόκων προς έσοδα αναμένεται να αυξηθεί συγκρατημένα (στο 6% το 2024) και να παραμείνει πολύ κάτω από τον μέσο όρο των χωρών που βρίσκονται στη βαθμίδα “ΒΒ” (που προβλέπεται στο 10% το 2024). Η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους είναι από τις μεγαλύτερες από κάθε άλλο κράτος, περίπου στα 20 έτη. Επιπλέον, το χρέος είναι ως επί το πλείστον σταθερού επιτοκίου, περιορίζοντας τον αντίκτυπο των αυξήσεων των επιτοκίων της αγοράς.

Μείωση του ελλείματος, δημοσιονομική στήριξη: Το δημόσιο έλλειμα μειώθηκε στο 7,4% του ΑΕΠ το 2021 από 10,2% το 2020, σε μια ταχύτερη μείωση από ό,τι ανέμενε ο οίκος κατά την τελευταία αναθεώρηση (όταν ανέμενε έλλειμα 9,7%). Η Fitch αναμένει τώρα ότι το έλλειμα θα μειωθεί περαιτέρω φέτος, στο 4,55% του ΑΕΠ, αλλά με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι εκτιμούσε προηγουμένως. Η μείωση του ελλείματος θα επιβραδυνθεί από τις επιδεινωμένες μακροοικονομικές προοπτικές και τη δημοσιονομική στήριξη για τον μετριασμό των επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας, η οποία, σύμφωνα με την κυβέρνηση σημειώνει ο οίκος, θα προσθέσει περίπου το 1,4% του προβλεπόμενου ΑΕΠ  στο έλλειμα το 2022 (περίπου τα 2/3 της στήριξης σε ακαθόριστους όρους θα ανακτηθούν από το σύστημα εμπορίας εκπομπών και έναν έκτακτο φόρο στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας). Το έλλειμα θα μειωθεί με εντονότερο ρυθμό τα επόμενα δύο χρόνια, υπό το σενάριο ότι η δημοσιονομική στήριξη για τις τιμές ενέργειας θα διαμορφωθεί στο 1,8% του ΑΕΠ μέχρι το 2024 (μέση εκτίμηση για τις χώρες στην βαθμίδα “BB”: 3%).

Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδεινώνει τις μακροοικονομικές προοπτικές: Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,3% σε πραγματικούς όρους το 2021, σημειώνει η Fitch και προσθέτει: “Ωστόσο, οι μακροοικονομικές προοπτικές έχουν επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να ωθεί ανοδικά τις τιμές της ενέργειας και να επηρεάζει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, ενώ ο υψηλός πληθωρισμός επηρεάζει τα πραγματικά εισοδήματα και τη δυναμική της κατανάλωσης. Οι άμεσοι εμπορικοί δεσμοί (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού) της Ελλάδας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι μικροί. Ωστόσο, η Ελλάδα εξαρτάται από τη Ρωσία για το 40% περίπου των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου και είναι ευάλωτη σε περαιτέρω αυξήσεις των τιμών και πιθανές διαταραχές του ενεργειακού εφοδιασμού”.

Άλλοι παράγοντες θα στηρίξουν τις οικονομικές προοπτικές, τονίζει ο οίκος. Η αξιοποίηση των κονδυλίων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας θα επιταχυνθεί φέτος, ενισχύοντας τις κυβερνητικές επενδύσεις και τη συνολική ζήτηση, ενώ οι δείκτες για τον τουρισμό δείχνουν περαιτέρω ανάκαμψη του κλάδου.

Η Fitch αναθεώρησε ωστόσο προς τα κάτω την πρόβλεψη για την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ για φέτος στο 3,5%, από 4,1% στην αξιολόγηση του Ιανουαρίου, καθώς και την πρόβλεψη για το 2023 (3,2% έναντι 4% προηγουμένως). Για το 2024, ο οίκος αναμένει περαιτέρω ήπια επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στο 2,8%.

Αύξηση πληθωρισμού, κατώτατος μισθός: Ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή έχει αυξηθεί απότομα από τον Αύγουστο του 2021, κυρίως λόγω των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας. Ο ετήσιος πληθωρισμός με βάση τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε από 4,4% τον Δεκέμβριο του 2021 σε 12% τον Ιούνιο. Ο οίκος αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει το β’ εξάμηνο του 2022 και θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 7,3% για ολόκληρο το έτος. Ύστερα,  αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί σημαντικά, κατά μέσο όρο 1,8% το 2023 και 1% το 2024. Ανταποκρινόμενη στις αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις, τονίζει η Fitch, η κυβέρνηση εισήγαγε δύο αυξήσεις στον κατώτατο μισθό φέτος. Η συνολική αύξηση του κατώτατου μισθού είναι 7,5% σε σύγκριση με τα τέλη του 2021. Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού θα στηρίξουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, αν και ενέχουν τον κίνδυνο δυσμενών επιπτώσεων στη ζήτηση εργασίας και τη μετακύλιση στις τιμές.

Μείωση των NPLs: Το συνολικό επίπεδο των εγχώριων NPLs μειώθηκε σημαντικά έως το α’ τρίμηνο του 2022, σε 17,7 δισ. ευρώ από 47,3 δισ. ευρώ σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα. Ο δείκτης NPLs μειώθηκε στο 12,1% από 30,3% την ίδια περίοδο, φθάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο από το β’ τρίμηνο του 2010. Ωστόσο, η πρόοδος στη μείωση των NPLs επηρέασε αρνητικά την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2021, μέσω μεγαλύτερων προβλέψεων για επισφαλή δάνεια. Τα επίπεδα κεφαλαιοποίησης των τραπεζών παραμένουν χαμηλά σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ.

Παράγοντες που θα μπορούσαν, κατά μόνας ή συνολικά, να οδηγήσουν σε υποβάθμιση της αξιολόγησης:

– Δημόσια οικονομικά: Αποτυχία μείωσης του δημόσιου χρέους/ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα, για παράδειγμα λόγω υψηλότερων του αναμενόμενου ελλειμμάτων ή αδύναμων οικονομικών επιδόσεων.

– Μακροοικονομικά: Νεότερα δυσμενή σοκ στην ελληνική οικονομία που επηρεάζουν την οικονομική ανάκαμψη ή το μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας.

– Διαρθρωτικά χαρακτηριστικά: Αρνητικές εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα που αυξάνουν τον κίνδυνο για τα δημόσια οικονομικά και την πραγματική οικονομία.

Παράγοντες που θα μπορούσαν, κατά μόνας ή συνολικά, να οδηγήσουν σε θετική αναβάθμιση της αξιολόγησης:

– Δημόσια οικονομικά: Σταθερή πτωτική πορεία του λόγου δημόσιου χρέους/ΑΕΠ λόγω πρωτογενούς πλεονάσματος και της ισχυρής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ.

– Διαρθρωτικά χαρακτηριστικά: Συνεχής βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών.

– Μακροοικονομικά: Βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής και πορείας, ιδίως αν υποστηριχθεί από την εφαρμογή του πλάνου για το Ταμείο Ανάκαμψης και σε άλλες δομικές μεταρρυθμίσεις.

Επόμενες αξιολογήσεις: 

Μετά τη Fitch, οι επόμενες προγραμματισμένες αξιολογήσεις των οίκων για την Ελλάδα είναι οι εξής: η ετυμηγορία των Moody’s και DBRS στις 16 Σεπτεμβρίου, η τρίτη αξιολόγηση της Fitch στις 7 Οκτωβρίου και η δεύτερη αξιολόγηση της S&P στις 21 Οκτωβρίου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ